Το μεγάλο ξεζούμισμα των μισθωτών κινεί την οικονομία στην Ελλάδα του Μητσοτάκη


Ερευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ εξηγεί πώς το μεγάλο ξεζούμισμα των μισθωτών είναι αυτό που τελικά κινεί την οικονομία στην Ελλάδα του Μητσοτάκη

Του Τζώρτζη Ρούσσου

Κομπορρημονούν ότι δήθεν έχουν αυξήσει τους μισθούς, ωστόσο η πραγματικότητα συνιστά βόρβορο για τα κυβερνητικά τους πεπραγμένα. Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, ένας επιστημονικός οργανισμός που ξεχωρίζει διαχρονικά για την αρτιότητα των αναλύσεών του, στην έκθεση για την ελληνική οικονομία 2024 περιγράφει ξεκάθαρα το «δηλητήριο» που ενσταλάζει στην πραγματική οικονομία ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
 
Μπορεί το προφανές να είναι η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση του πραγματικού εισοδήματος από εργασία (-8,3%) σε σχέση με όλες τις χώρες της ΕΕ των 27.

Μπορεί να είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η Ελλάδα το 2023 κατέγραψε υψηλότερο επίπεδο δημόσιων εσόδων συγκριτικά με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, αφού κυριότερη πηγή εισροής ρευστότητας της γενικής κυβέρνησης ήταν για ακόμη ένα έτος οι εισπράξεις από έμμεσους φόρους, με το ύψος τους να ανέρχεται στο 17,4% του ΑΕΠ έναντι 12,5% στην ευρωζώνη.

Μπορεί τα κέρδη των επιχειρήσεων, κυρίως από τον πληθωρισμό της απληστίας τους, να αποτυπώθηκαν ελάχιστα στους μισθούς (αν μια επιχείρηση αύξησε την κερδοφορία της κατά 4%, οι μισθοί των εργαζομένων αυξήθηκαν κατά 2%).

Πώς «σκοτώνει» τα νοικοκυριά

Ωστόσο το πραγματικά καταστροφικό έρχεται απ’ ό,τι συμβαίνει στο επίπεδο της κατανάλωσης. Σύμφωνα λοιπόν με τα συμπεράσματα του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, η μεγέθυνση της οικονομίας το 2023 και το πρώτο τρίμηνο του 2024 στηρίχτηκε στην κατανάλωση. Ομως η αύξηση των μισθών από το 2019 και η συμβολή της στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και κατ’ επέκταση στην κατανάλωση των νοικοκυριών καταγράφονται και χαρακτηρίζονται ως πενιχρές.

Στην πράξη η κατανάλωση, που είναι βασική συνιστώσα της φορομπηχτικής ανάπτυξης του ΑΕΠ, προέρχεται κατά κύριο και πρώτο λόγο από τα εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία και σε μικρότερο βαθμό από τα καταναλωτικά δάνεια που χορηγούν οι τράπεζες μόνο στα μεγάλα εισοδήματα. Στην πραγματικότητα, πέρα από τη διαρκή απόκλιση που καταγράφει η Ελλάδα από τους ευρωπαϊκούς δείκτες ποιότητας ζωής των κοινωνιών, έχουμε γιγαντοποίηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Τουτέστιν οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι.

Διευρύνεται το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών

Οπως λοιπόν προκύπτει από τη σύγκριση μεταξύ του γ΄ τριμήνου του 2019 και του ίδιου τριμήνου του 2023, τα εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία αυξήθηκαν από 17,8 δισ. ευρώ σε 18,3 δισ. ευρώ, ενώ από μισθωτή εργασία συμπιέστηκαν από 13,4 δισ. ευρώ σε 13,2 δισ. ευρώ.

Συνεπώς το πραγματικό εισόδημα από μισθωτή εργασία όχι μόνο δεν ανέκαμψε στο προ πανδημίας επίπεδο, αλλά αυξήθηκε η διαφορά του με τα εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία. Ολα αυτά σε συνθήκες κρίσης κόστους ζωής που γεννά κατά κύριο λόγο η αισχροκέρδεια. Οπως παρατηρεί το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, οι ολιγοπωλιακές αγορές, τα καρτέλ, η έλλειψη ανταγωνισμού, η κερδοσκοπία, η έλλειψη συστηματικών, αυστηρών και αποτελεσματικών ελέγχων, η αδιαφάνεια και χειραγώγηση τιμών σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, ο υψηλός ΦΠΑ σε βασικά προϊόντα συνθέτουν μια μη βιώσιμη οικονομική πραγματικότητα που υπονομεύει την κοινωνική σταθερότητα.

Από την άλλη, οι πλούσιοι εξαιτίας αυτών των πρακτικών που φέρουν την ανεξίτηλη σφραγίδα «Κυριάκος Μητσοτάκης» πλουτίζουν περισσότερο σε βάρος των πολλών. Οπως προκύπτει από την ανάλυση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, το πραγματικό εισόδημα πλούτου αυξήθηκε από 2,4 δισ. ευρώ το γ΄ τρίμηνο του 2019 σε 3,4 δισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο του 2023. Τη μεγαλύτερη συμβολή σε αυτή την εξέλιξη είχαν οι πραγματικοί τόκοι: αύξηση από 822 εκατ. ευρώ σε 1.663,1 εκατ. ευρώ στο ίδιο διάστημα. Τα μερίσματα παρουσίασαν επίσης σημαντική ενίσχυση το 2022 –έτος της μεγάλης αισχροκέρδειας σε βάρος της κοινωνίας– καθώς ένα μέρος των υψηλότερων κερδών των επιχειρήσεων διανεμήθηκε στους μετόχους.


από dromosanoixtos.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια