Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος, ένας οικουμενικός ειρηνοποιός


Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ενσάρκωσε σε καιρούς δύσκολους το χάρισμα του χριστιανού ως πολυπλεύρως ειρηνοποιού.

Του Διονύσιου Σκλήρη

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ενσάρκωσε σε καιρούς δύσκολους το χάρισμα του χριστιανού ως πολυπλεύρως ειρηνοποιού. Με αυτήν την έννοια, πραγμάτωσε και έναν οικουμενικό Ελληνισμό, ο οποίος σήμερα είναι υπό εξαφάνιση. Υπήρξε ένας άνθρωπος, ο οποίος μελέτησε σε βάθος τη θρησκευτικότητα του παγκόσμιου νότου, στην Αφρική και την Ασία, παράλληλα με τη μετάβασή του σε διαφορετικές ηπείρους για ιεραποστολική δράση. Έχει γράψει εκτενώς για τη θρησκευτικότητα των Αφρικανών σε περιοχές όπου έδρασε, όπως στην Ουγκάντα, την Κένυα και την Τανζανία, η οποία είναι εντοπισμένη στις συγκεκριμένες τοπικότητες, ενώνοντας ζωντανούς και νεκρούς και με αυτήν την έννοια είναι πρόσφορη για μια μεταμόρφωση από την ορθόδοξη τοπική Εκκλησία, ενορία και επισκοπή, όπου επίσης υπάρχει ενότητα ζώντων και κεκοιμημένων, με τον Χριστό να μπορεί να λειτουργεί ως ένας αδελφός και πρόγονος για τον Αφρικανό πιστό. Υπήρξε επίσης ειδικός στο Ισλάμ, με τρόπο πρωτοποριακό σε μια εποχή πριν από την πρόσφατη ανάδυση εκ νέου του τζιχαντισμού και εργαλειοποίησή του για γεωπολιτικούς σκοπούς. Ο Αναστάσιος Αλβανίας μπορούσε να αναδεικνύει τις πνευματικότερες μορφές των βασικών προταγμάτων του Ισλάμ σε μία προοπτική ειρήνης και συνύπαρξης. Είχε, άλλωστε, συγγράψει για τον Κομφουκιανισμό, τον Ταοϊσμό, τον Ινδουισμό και τον Βουδισμό, έχοντας μελετήσει διαφορετικές θρησκείες με έρευνα σε μια πλειάδα χωρών, όπως στην Ινδία, την Κορέα, την Ταϋλάνδη, τη Σρι Λάνκα, την Ιαπωνία, την Κίνα, τη Νιγηρία, τον Λίβανο, τη Συρία, την Αίγυπτο κ.ά. Προσπαθούσε πάντα να μάθει τις γλώσσες των λαών με τους οποίους ζούσε, όπως λ.χ. τα σουαχίλι.

Ταυτοχρόνως, ήταν ένας διανοητής που προσελάμβανε τις προοδευτικές αιχμές της δυτικής νεωτερικότητας, όπως λ.χ. μια κοινωνική ερμηνεία των δικαιωμάτων ως εκκοσμικευμένων απηχημάτων του χριστιανικού «κατ’ εικόνα Θεού», το οποίο δεν αποτελεί εγωτιστική απαίτηση, όπως στις πιο ανεπεξέργαστες μορφές δικαιωματισμού, ή φυσική κατοχύρωση, αλλά μία απόδοση αξιοπρέπειας σε κάθε ανθρώπινο πρόσωπο από μία κοινότητα που αναζητεί την αλήθεια. Από το Ευαγγέλιο κράτησε επίσης στη σκέψη του τον σεβασμό για την ετεροδοξία και τις σχετικές εκπλήξεις που βλέπουμε στις ευαγγελικές αφηγήσεις ότι ένας αλλόδοξος μπορεί να εκφράσει την αλήθεια του Χριστού πληρέστερα από έναν ομόδοξο πιστό. Υπήρξε ένας άνθρωπος που μπορούσε με σπάνιο τρόπο να συνθέσει ορισμένα επιτεύγματα της δυτικής νεωτερικότητας, όπως την πλουραλιστική συνύπαρξη, με αιτήματα της πνευματικότητας του παγκόσμιου νότου και ανατολής. Ένας άνθρωπος που μπορούσε να κινηθεί με εξίσου μεγάλη ευχέρεια στις αίθουσες των συνεδρίων και στις πνευματικές μάχες της ιεραποστολής στη ζούγκλα και τη σαβάνα. Επίσης, μοναδικός ήταν ο τρόπος που συνδύασε το έντονο κατηχητικό έργο κατά τη νεότητά του, προερχόμενος από το περιβάλλον θρησκευτικών οργανώσεων, με μία εγρήγορση για την αναγνώριση της σημασίας της πολιτικής αντίστασης. Είχε εξάλλου συνδράμει, με σπάνιο για τους εκκλησιαστικούς προκαθημένους τρόπο, τους φοιτητές που αγωνίζονταν ενάντια στη χούντα των συνταγματαρχών. Την ίδια στιγμή είχε έντονη δράση στη νεότητά του ως επικεφαλής βιβλικών μελετών και σε φροντιστήρια εκκλησιαστικών στελεχών, συγγράφοντας πλειάδα βιβλίων και βοηθημάτων ενώ είχε αναλάβει δραστηριότητα και σε ακριτικές περιοχές της Ελλάδας.

Αυτές οι συνθέσεις ήταν βεβαίως δυνατές, γιατί ήταν ένας άνθρωπος ανοικτός στον κίνδυνο και στην έκθεση. Από το 1990, ήταν ένας από τους ανθρώπους που συνέβαλαν περισσότερο στην πνευματική αίγλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την ανασύσταση της Εκκλησίας της Αλβανίας, η οποία συνέβαλε στον επανευαγγελισμό του αλβανικού λαού αλλά και σε μία οικουμενική πολιτισμική προβολή του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Ταυτοχρόνως, ήταν ένας εκκλησιαστικός ηγέτης που τόνιζε τη θεσμική συνοδικότητα ως επίμοχθη διαδικασία πανορθοδόξων συναινέσεων και αντιστάθηκε με κάθε τρόπο σε όσους ικανοποιούνται από τα εκκλησιαστικά σχίσματα λόγω θεωρούμενης πνευματικής αυτάρκειας.
Ήταν ένας άνθρωπος, ο οποίος στάθηκε πάντα δίπλα σε όσους διώκονταν, από όπου και αν προέρχονταν, ανεξαρτήτως ιδεολογίας, έθνους, φυλής, ομολογίας. Λ.χ. αν και προερχόμενος από θρησκευτικές οργανώσεις ήταν δίπλα στους φοιτητές που αντιστέκονταν στη δικτατορία των συνταγματαρχών. Κατά την κρίση του 1998-1999 στα Δυτικά Βαλκάνια είχε προβεί σε πρωτοποριακή ανθρωπιστική δράση κατ’ εξοχήν και για τους μουσουλμάνους Αλβανούς που είχαν πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς. Τα τελευταία χρόνια είχε συμπαρασταθεί στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, υποστηρίζοντας το δικαίωμά της να μη διώκεται και να μην υφίσταται βία από την κοσμική εξουσία, με παράλληλη προσπάθεια να υπάρξει μία διορθόδοξη συνοδική επίλυση των ενδο-εκκλησιαστικών ζητημάτων.

Στην Αλβανία έχει αφήσει ένα πλούσιο έργο, το οποίο περιλαμβάνει την εφημερίδα Ngjallja, τα νεανικά περιοδικά Gëzohu και Kambanat, το επιστημονικό περιοδικό Kërkim και το δελτίο News from Orthodoxy in Albania και Ραδιοφωνικό σταθμό, ενώ ίδρυσε εγκαταστάσεις, όπως, μεταξύ άλλων, τυπογραφείο, εργαστήρια αγιογραφίας και ξυλουργικής. Συνέβαλε επίσης στην ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας με τη δράση του. Ενώ υπήρξε ένας από τους πλέον ακάματους ακτιβιστές της Ορθοδοξίας, ο Αναστάσιος Αλβανίας (Γιαννουλάτος) ενσάρκωσε την κατάσταση του ειρηνοποιού, που είναι πάνω από όλα «μακάρια», κατά τους μακαρισμούς του Ιησού, επειδή αντλείται από την εσχατολογική ειρήνη και αγάπη και όχι από την ειρήνη του κόσμου. Με αυτόν τον τρόπο αντιστάθηκε σε κάθε εντρύφηση στη διχόνοια και στην εθνοφυλετική ή πολιτισμική αυτάρκεια και προσπάθησε να οικοδομήσει μία εκκλησία από τα κάτω, ώστε να φανερώνεται τόσο θεσμικώς όσο και χαρισματικώς η αγάπη και η ειρήνη, που επαγγέλλεται ο Χριστός, επί της γης.


από dromosanoixtos.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια