Επιλογή ΠτΔ: Ενας Μητσοτάκης, δυο υποσχέσεις, καμία αλήθεια


Του Ζαφείρη Χατζηδήμου

Μπορεί κανείς να πει ότι θέλει για τον Κυριάκο Μητσοτάκη – δικαίως ή αδίκως – αλλά αυτό τον τίτλο που δεν μπορεί κανείς να του στερήσει είναι αυτός του «μετρ της εξαπάτησης». Και αυτό γιατί κατάφερε να κάνει ακόμη και το πλέον συνωμοτικό και πανούργο μυαλό, τον Ευάγγελο Βενιζέλο, να τον πιάσει«κορόιδο». Και δεν πρόκειται για αποκύημα της φαντασίας μας. Πηγές που γνωρίζουν άριστα το τι συμβαίνει στου Μαξίμου, μας έλεγαν ότι όντως είχε προταθεί στο εν λόγω γνωστό πολιτικό πρόσωπο από την συμπρωτεύουσα για το αν θέλει να προταθεί από το κυβερνών κόμμα για Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Πρόταση που είχε αποδεχτεί ο ίδιος.

Από την άλλη όμως, είχε μέσω συνεργατών του διαβεβαιώσει την νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας πως θα την προτείνει εκ νέου για ανανέωση της θητείας της.

Φυσικά τίποτα από τα δύο δεν συνέβη. Για την κ. Σακελαροπούλου ήταν εξ αρχής κίνηση «εξαπάτησης» για να προλάβει οποιαδήποτε αντίδραση που πιθανά να υπήρχε εκ μέρους της το τελευταίο εξάμηνο της Προεδρίας της. Την χρειαζόταν εξάλλου για να υπογράφει τα «γνωστά» Προεδρικά Διατάγματα που επιταχύνουν τις διαδικασίες λήψεων αποφάσεων της κυβέρνησης. Η δυσαρέσκειά της γι’ αυτό ήταν έκδηλη σε σημείο μάλιστα ούτε καν να μην πραγματοποιηθεί η τυπική συνάντηση μεταξύ της Προέδρου και του πρωθυπουργού. Είναι όμως «αργά για δάκρυα Κατερίνα»…

Από την άλλη, στην περίπτωση του Ε. Βενιζέλου υπήρξαν δεύτερες σκέψεις που τελικά οδήγησαν στο να μη προταθεί. Οι δύο κύριοι λόγοι για τους οποίους ο Κ. Μητσοτάκης και η ομάδα των πολύ κοντινών του συμβούλων, μεταξύ αυτών και ο νυν ΥΠΕΞ κ. Γεραπετρίτης (που ποτέ δεν «έφυγε» από του Μαξίμου), «έριξαν μαύρο» στην υποψηφιότητα Βενιζέλου ήταν δύο:

 Ο πρώτος λόγος ήταν το ιδιόρρυθμο τού χαρακτήρα του. Ο Ε. Βενιζέλος είναι γνωστός όχι μόνο για τις «εκρήξεις» του αλλά και πως δεν έχει σε τίποτα σε μια στιγμή σύγκρουσης ή διαφωνίας να «χύσει το γάλα από την καρδάρα» και να προκαλούσε μια πολιτειακή κρίση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολιτική κρίση που πιθανά θα επέφερε προσφυγή στις κάλπες.
Ο δεύτερος λόγος ήταν  –  όσο και αν αυτό θα προβληματίσει τους οφθαλμούς και το υγιές της σκέψεως σας –  ο … Αντώνης Σαμαράς.

Ο θεσσαλονικιός συνταγματολόγος, έχει στενές φιλικές σχέσεις με τον πρώην πρωθυπουργό και ορκισμένο (ανοικτά πλέον ) εχθρό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Επίσης το γεγονός πως και οι δύο πολιτικοί, συγκυβέρνησαν σε μια από τις πλέον δύσκολες εποχές για τον ελληνικό λαό, μεταξύ Ιουνίου 2012 και Ιανουάριου του 2015 και από τον Ιούνιο του 2013 μάλιστα – μετά την αποχώρηση της ΔΗ.Μ.ΑΡ. – ο Ευάγγελος Βενιζέλος έγινε και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Ετσι αναπτύχθηκαν μεταξύ τους σχέσεις αλληλοεκτίμησης και φιλίας οι οποίες διατηρούνται μέχρι σήμερα.

Μάλιστα οι ίδιες πηγές μας ανέφεραν ότι παράλληλα μπορεί και να «ακούστηκαν» κάποιες φήμες για το τι μπορεί να έχουν συνεννοηθεί Βενιζέλος και Σαμαράς και να «ακυρώθηκε» η πρόταση στον πρώτο.

Το βέβαιο είναι ότι ο πρωθυπουργός επέλεξε στο τέλος το «σίγουρο και ασφαλές».

Τον νυν πρόεδρο της Βουλής Κ. Τασούλα. Στο εσωτερικό της ΝΔ, η επιλογή του Τασούλα αναμένεται να εξασφαλίσει ευρεία αποδοχή, δεδομένου ότι είναι ένα πρόσωπο που συνδέεται με την παραδοσιακή ταυτότητα του κόμματος. Αυτή η αποδοχή μειώνει τον κίνδυνο εσωτερικών διαφωνιών ή διαρροών κατά την εκλογική διαδικασία, διασφαλίζοντας την ομαλή στήριξη της υποψηφιότητάς του από όλους του βουλευτές της Ν.Δ.

Η απερχόμενη ΠτΔ φεύγει απογοητεύοντας

Η θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου ως Προέδρου της Δημοκρατίας δέχθηκε έντονη κριτική – και δικαίως – από όλες τις πλευρές, καθώς πολλοί θεωρούν ότι δεν ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του αξιώματος. Παρότι η εκλογή της αποτέλεσε ιστορικό γεγονός, καθώς ήταν η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα, η παρουσία της κρίθηκε ανεπαρκής σε θεσμικό και συμβολικό επίπεδο.
Η αποτυχία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου ήταν διπλή: Σε θεσμικό και συμβολικό επίπεδο

Ένας από τους κύριους λόγους είναι η έλλειψη ενεργού παρέμβασης σε κρίσιμες στιγμές για τη δημοκρατία και τους θεσμούς. Ως εγγυήτρια του Συντάγματος, απέφυγε να πάρει σαφείς θέσεις σε σημαντικά ζητήματα, όπως οι υποκλοπές από την ΕΥΠ, οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι υποθέσεις διαφθοράς. Αυτή η αποστασιοποίηση προκάλεσε αίσθηση απουσίας, καθώς ο ρόλος της απαιτεί θεσμική παρουσία και προάσπιση της δημοκρατικής τάξης.

Επιπλέον, η δημόσια εικόνα της χαρακτηρίστηκε συχνά άχρωμη και αδύναμη. Παρότι ο ρόλος του Προέδρου είναι κυρίως συμβολικός, η αδυναμία της να εμπνεύσει τους πολίτες και να λειτουργήσει ως σημείο ενότητας και παρηγοριάς σε δύσκολες στιγμές, περιόρισε την απήχηση του θεσμού. Οι εμφανίσεις της θεωρήθηκαν αποστασιοποιημένες από την καθημερινότητα και τα προβλήματα των πολιτών, ενώ η επικοινωνία της με την κοινωνία υπήρξε περιορισμένη.

Η κριτική εντάθηκε λόγω της αντίληψης ότι ευθυγραμμίστηκε υπερβολικά με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, γεγονός που έθεσε υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία του θεσμού. Οι κινήσεις της συχνά εκλαμβάνονταν ως «επικύρωση» των κυβερνητικών επιλογών, χωρίς να ασκείται ο αναγκαίος έλεγχος. Η στάση αυτή, σε συνδυασμό με την απουσία ισχυρών τοποθετήσεων σε εθνικά και κοινωνικά ζητήματα, έδωσε την εικόνα ενός θεσμού που περιορίζεται σε τυπικές διαδικασίες χωρίς ουσιαστική παρέμβαση.

Η αποτυχία της να εκπληρώσει τον θεσμικό της ρόλο ενισχύθηκε από την αδυναμία της να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την αναγνώριση της κοινωνίας. Παρά τη σημαντική ευκαιρία που της δόθηκε ως η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν κατάφερε να αφήσει ένα διακριτό στίγμα. Η επιλογή της, αν και είχε συμβολική αξία, δεν συνοδεύτηκε από την αναμενόμενη πολιτική και θεσμική βαρύτητα, με αποτέλεσμα ο θεσμός να εμφανίζεται αποδυναμωμένος.

Συνοψίζοντας, η θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου χαρακτηρίστηκε από αποστασιοποίηση, αδυναμία να εμπνεύσει και υπερβολική εξάρτηση από την κυβέρνηση, στοιχεία που περιόρισαν την αποτελεσματικότητα και την αποδοχή της. Παρότι η ιστορικότητα της εκλογής της είναι αδιαμφισβήτητη, η συνολική της παρουσία στον ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας άφησε ως παρακαταθήκη κυρίως την απογοήτευση και το ελάχιστο δυνατό θετικό αποτύπωμα.

Πρόεδρος όχι από τον λαό, ούτε για τον λαό

Στο πεδίο της πολιτικής, οι θεσμοί δεν κρίνονται μόνο από τη λειτουργικότητά τους αλλά και από την ικανότητά τους να διαφυλάττουν την αξιοπιστία και την ανεξαρτησία τους. Η θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, σε συνδυασμό με τις στρατηγικές επιλογές του Κυριάκου Μητσοτάκη, ανέδειξε τα όρια του πολιτικού τακτικισμού όταν αυτός υποκαθιστά τη θεσμική σοβαρότητα.

Όταν η πολιτική ηγεσία χειρίζεται τα κορυφαία πολιτειακά αξιώματα με γνώμονα τη συγκυριακή ασφάλεια και την κομματική στόχευση, υπονομεύεται η ουσία της δημοκρατίας. Το παράδειγμα αυτό λειτουργεί ως υπενθύμιση ότι οι πολιτικοί ηγέτες οφείλουν να επενδύουν στην ενίσχυση των θεσμών, όχι στη χειραγώγησή τους, αν θέλουν να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη του λαού και την ανθεκτικότητα της δημοκρατίας.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα κατέχει έναν σημαντικό θεσμικό ρόλο, με αρμοδιότητες που προβλέπονται από το Σύνταγμα και επικεντρώνονται στη διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας και της σταθερότητας του κράτους. Παρότι ο ρόλος του είναι κυρίως συμβολικός και ενοποιητικός, έχει συγκεκριμένες θεσμικές και πολιτικές αρμοδιότητες που κατηγοριοποιούνται ως εξής:

Θεσμικός και Ενοποιητικός Ρόλος

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας λειτουργεί ως ο εγγυητής της τήρησης του Συντάγματος και της εύρυθμης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Παράλληλα, αποτελεί τον τυπικό εκπρόσωπο του ελληνικού κράτους σε διεθνές επίπεδο, ενισχύοντας τη θεσμική συνέχεια και τη σταθερότητα.

Νομοθετικές Αρμοδιότητες

Ο Πρόεδρος υπογράφει και δημοσιεύει τους νόμους που ψηφίζονται από τη Βουλή, ενώ εκδίδει κανονιστικά και εκτελεστικά διατάγματα, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. Επιπλέον, διαθέτει το δικαίωμα αναπομπής νόμων στη Βουλή για επανεξέταση, παρότι δεν μπορεί να αρνηθεί τη δημοσίευσή τους μετά την επανεξέταση.

Πολιτικές Αρμοδιότητες

Μία από τις κεντρικές αρμοδιότητες του Προέδρου είναι ο διορισμός του Πρωθυπουργού, ο οποίος πρέπει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Επίσης, υπογράφει τον διορισμό και την απομάκρυνση υπουργών, προκηρύσσει εκλογές και συγκαλεί τη Βουλή σε σύνοδο. Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, όπως κατά την κήρυξη κατάστασης πολιορκίας.

Δικαστικές Αρμοδιότητες

Ο Πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να απονείμει χάρη σε καταδικασθέντες, μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Επίσης, μπορεί να υπογράψει αποφάσεις για τη μετατροπή ή την άρση ποινών, επιδεικνύοντας τον ανθρωπιστικό ρόλο του θεσμού.

Διεθνείς Σχέσεις

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράφει διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες που κυρώνονται από τη Βουλή, ενώ εκπροσωπεί τη χώρα στις διεθνείς σχέσεις. Αυτή η αρμοδιότητα αναδεικνύει τον συμβολικό ρόλο του ως εκφραστή της εθνικής ενότητας.

Αρμοδιότητες σε περίοδο κρίσης

Σε κρίσιμες καταστάσεις, ο Πρόεδρος μπορεί να συγκαλέσει συμβούλιο πολιτικών αρχηγών για ζητήματα εθνικής σημασίας, ενώ συμμετέχει στη διαδικασία κήρυξης κατάστασης πολιορκίας, σύμφωνα με τη συνταγματική πρόβλεψη.

Απονομή Τιμητικών Διακρίσεων

Ο Πρόεδρος απονέμει τιμητικές διακρίσεις και παράσημα σε προσωπικότητες που έχουν διακριθεί για τη συνεισφορά τους στην κοινωνία, ενισχύοντας την αναγνώριση της προσφοράς τους από το κράτος.

Περιορισμοί του ρόλου του

Οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας ασκούνται στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού συστήματος διακυβέρνησης, γεγονός που περιορίζει την ανεξάρτητη δράση του. Οι αποφάσεις του απαιτούν συνήθως την υπογραφή του αρμόδιου υπουργού, ενισχύοντας τη συλλογική λειτουργία της κυβέρνησης.

Πηγή: neostrategy.gr

από dromosanoixtos.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια