Η μείωση του προσδόκιμου ζωής στη χώρα μας αποκαλύπτει το πραγματικό κόστος των προβλημάτων στο σύστημα υγείας
Του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου
Κάποιες φορές με τους αριθμούς δεν μπορείς να τα βάλεις εύκολα. Και αυτό γιατί είναι αδυσώπητα πραγματικοί και αποδεικνύουν με τρόπο μη αμφισβητήσιμο αυτό που μπορεί να συνέβαινε αλλά εσύ να μην το αντιλαμβανόσουν ή να μην συνειδητοποιούσες το βαθμό στον οποίο γινόταν.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει με τα στοιχεία για το προσδόκιμο ζωής στη χώρα μας που έδωσε στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο Δημογραφικών Μελετών πριν λίγες εβδομάδες. Τα στοιχεία αυτά έχουν πολύ ενδιαφέρον γιατί αφορούν και το τίμημα που πληρώσαμε στην πανδημία.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι σε όλες τις χώρες καταγράφηκε μια υπερβάλλουσα θνησιμότητα, δηλαδή μια αύξηση των θανάτων υψηλότερη από την αναμενόμενη. Η χώρα μας είχε υψηλότερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα συγκριτικά με τις «δυτικές» χώρες μέλη της ΕΕ, ενώ χειρότερα τα πήγαν μόνο χώρες της διεύρυνσης προς τα ανατολικά. Άλλο ένα στοιχείο που πιστοποιεί ότι η χώρα μας, σε αντίθεση με την κυβερνητική ρητορική, δεν τα πήγε καλά στην πανδημία.
Σε όλες τις χώρες στην περίοδο της πανδημίας είχαμε μείωση των προσδόκιμων ζωής (τόσο αυτού στη γέννηση, όσο και αυτού στα 65). Όμως, το 2023 υπήρξε ανάκαμψη.
Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματα με την ελληνική κατάσταση: Στην EE-26 το 2023, το προσδόκιμο ζωής στη γέννηση στους άνδρες και τις γυναίκες αυξήθηκε κατά μέσο όρο κατά 0,4 και 0,2 έτη αντίστοιχα σε σχέση με το 2019. Όμως στην Ελλάδα το 2023 το προσδόκιμο ζωής ήταν χαμηλότερο κατά 0,2 έτη στους άνδρες (79,00 έναντι 79,2 έτη το 2019) και σταθερό στις γυναίκες (84,2 έτη).
Ως προς το προσδόκιμο στα 65 έτη στους άνδρες και στις γυναίκες η αύξησή του ανάμεσα στο 2023 και το 2019 στην ΕΕ (+0,2 και +0,1 έτη αντίστοιχα) ήταν μικρότερη σε σχέση με αυτήν του προσδόκιμου στη γέννηση. Και εδώ η Ελλάδα τα πάει χειρότερα, ανήκοντας στις ομάδες χωρών που το προσδόκιμο ζωής στα 65 έτη παραμένει χαμηλότερο ή το ίδιο με αυτό του 2019. Ειδικότερα στην Ελλάδα το 2023 το προσδόκιμο ζωής στα 65 για τους άνδρες ήταν χαμηλότερο κατά 0,5 έτη σε σχέση με το 2019, ενώ στις γυναίκες παρέμεινε ακριβώς το ίδιο.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι αυτό που κάποτε αποτελούσε θετική ελληνική ιδιαιτερότητα, δηλαδή το να έχουμε από τα υψηλότερα προσδόκιμα ζωής στην Ευρώπη, πλέον δεν ισχύει. Είμαστε πιο πάνω από τις χώρες της διεύρυνσης προς τα ανατολικά της ΕΕ, αλλά υποχωρούμε σε σχέση με άλλες χώρες. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην πανδημία, παρότι και στην πανδημία τα πήγαμε χειρότερα.
Οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κακή κατάσταση του συστήματος υγείας. Όπως εξηγεί ο καθηγητής του ΔΠΘ Κωνσταντίνος Ν. Ζαφείρης, ιδρυτικό μέλος του Ινστιτούτου Δημογραφικών Μελετών σε μια από τις δημοσιεύσεις: «Η πιο αργή σε σχέση με άλλες χώρες αύξηση των κερδών σε έτη ζωής οφείλεται, κυρίως, στη λιγότερο -σε σχέση με τις χώρες αυτές- αποτελεσματική αντιμετώπιση των δύο μεγάλων ομάδων αιτιών θανάτου (παθήσεις του κυκλοφορικού συστήματος και καρκίνοι) που θίγουν τις ώριμες και μεγάλες ηλικίες.
Η μη αποτελεσματική αυτή αντιμετώπισή αντικατοπτρίζει τις αδυναμίες (κυρίως ελλιπής διάγνωση – πρόληψη και περίθαλψη των χρόνιων παθήσεων) του συστήματος υγείας στην Ελλάδα, μια χώρα που έχει και από τα υψηλότερο επίπεδα αυτοαναφερόμενων μη καλυπτόμενων αναγκών ιατρικής περίθαλψης στην Ε.Ε.
Οι αδυναμίες αυτές εκτίθενται αναλυτικά σε όλες τις πρόσφατες εκθέσεις του ΟΟΣΑ και της Ε.Ε. (Η κατάσταση της υγείας στην ΕΕ: Ελλάδα, προφίλ υγείας, 2019-2023).
Στις εκθέσεις αυτές αναφέρονται ανάμεσα στα άλλα οι πολύ χαμηλότερες -με εξαίρεση τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες- δημόσιες δαπάνες για την υγεία, το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής των νοικοκυρών στις δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη (γεγονός που εγείρει σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά την ισότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες αυτές), οι εξαιρετικά περιορισμένοι πόροι που διατίθενται για την πρόληψη, η ανισορροπία στην κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της υγείας, τόσο από γεωγραφική άποψη όσο και από την άποψη του φάσματος ειδικοτήτων, η μη ολοκλήρωση του συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας με στόχο την παροχή αποτελεσματικής, έγκαιρης και συντονισμένης θεραπευτικής αγωγής σε ασθενείς με χρόνιες παθήσεις (το σύστημα υγείας μας βασίζεται ακόμη κυρίως, στη νοσοκομειακή και στην εξειδικευμένη ιατρική περίθαλψη) καθώς και τα προβλήματα που υπάρχουν λόγω των υψηλών επιπέδων λοιμώξεων που σχετίζονται με τους χώρους παροχής υπηρεσιών».
Έβαλα συνειδητά αυτό το παράθεμα γιατί θεωρώ ότι αποτελεί μια ιδιαιτέρως ακριβή «ακτινογραφία» των προβλημάτων του συστήματος υγείας που καταλήγουν να μας κλέβουν – κυριολεκτικά – χρόνια. Προβλήματα που παραμένουν ενεργά και που δεν αντιμετωπίζονται ούτε με τη διαρκή παρουσία του αρμοδίου υπουργού στα μέσα ενημέρωσης (και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης), ούτε με αποσπασματικά μέτρα ή κινήσεις που αποπνέουν περισσότερο προσπάθεια «απορροφησιμότητας» κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, ούτε με διαρκή σύγκρουση και συκοφάντηση των ίδιων των εργαζομένων στα νοσοκομεία όταν υπογραμμίζουν, ως οφείλουν, τα προβλήματα. Αδυναμίες και ελλείψεις που παίζουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο από όσο θέλει να παραδεχτεί η ίδια η κυβέρνηση στη διαμόρφωση ενός κλίματος μεγάλης δυσαρέσκειας στην κοινωνία.
Η πανδημία έδειξε πόσο ευάλωτες και ευάλωτοι είμαστε και πώς η επένδυση στα δημόσια συστήματα υγείας, για καθολική πρόσβαση, συνδυασμό ανάμεσα στην πρόληψη, την πρωτοβάθμια υγεία και προφανώς την υψηλού επιπέδου νοσοκομειακή περίθαλψη, και για την πλήρη κάλυψη όλων των αναγκών σε προσωπικό δεν είναι ούτε σπατάλη, ούτε δημοσιονομική εκτροπή όπως κάποια στιγμή προσπάθησαν να μας πείσουν. Αντιθέτως, είναι μια πραγματική επένδυση, πιο σωστά είναι η πιο σημαντική επένδυση: αυτή που εξασφαλίζει ότι έχουμε όλες και όλοι μας περισσότερο μέλλον και καλύτερη ποιότητα ζωής.
Πηγή: in.gr
0 Σχόλια
Tο kozanara.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.