Ο ανήμπορος καγκελάριος της Γερμανίας φαίνεται ότι είχε μια στιγμή διαύγειας σχετικά με την άσκηση διπλωματίας στο Ουκρανικό που του πέρασε γρήγορα


Του Ταρίκ Συρίλ Αμάρ (Tarik Cyril Amar)

Αν και μπορεί πράγματι να σημαίνουν ότι οι μέρες του Σολτς είναι μετρημένες, όπως πιθανολογεί η βρετανική Telegraph, οι συντριπτικές ήττες που υπέστησαν πρόσφατα στις περιφερειακές εκλογές στη Θουριγγία και τη Σαξονία το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του και οι εταίροι του στον συνασπισμό “φωτεινός σηματοδότης”—οι Πράσινοι και οι φιλελεύθεροι της αγοράς Ελεύθεροι Δημοκράτες—είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, όπως δείχνουν σταθερά οι δημοσκοπήσεις: Το 77% των Γερμανών θεωρεί τον σημερινό τους ηγέτη «führungsschwach» (αδύναμο στο να ηγείται), ενώ η προσωπική του “δημοτικότητα”—στην πραγματικότητα, αντιδημοτικότητα—μόλις κατέρρευσε από τη θλιβερή 14η θέση στην κωμικοτραγική 18η. Μόνο το 23% επιθυμεί αυτός καν να προσπαθήσει να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα, και ακόμη και στο ίδιο το κόμμα του η πλειοψηφία είναι αντίθετη με μια τέτοια ιδέα.

Και δεν πρόκειται μόνο για τον ίδιο, αλλά και για την ομάδα του: Το 71% των Γερμανών πιστεύει ότι η κυβέρνησή του κάνει κακή δουλειά. Ένας δύσκολος—και βρώμικος—συμβιβασμός για τον προϋπολογισμό του 2025 που επιτεύχθηκε τον Ιούλιο στο πλαίσιο του πολυδιασπασμένου συνασπισμού του Scholz δεν ενέπνευσε ελπίδες: Μόνο το 7% των ψηφοφόρων πίστευε ότι οι «εταίροι» του συνασπισμού θα συνεργάζονταν τώρα πιο αποτελεσματικά, το 10% πίστευε ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν και το 79% ότι θα παραμείνουν το ίδιο άσχημα όπως ήταν. Ενώ η κυβέρνηση Σολτς είχε υποσχεθεί ότι ο νέος προϋπολογισμός θα τόνωνε επιτέλους την ταλαιπωρημένη γερμανική οικονομία, το 75% των Γερμανών δεν πίστεψε σε αυτή την υπόσχεση. Και ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει; Η γερμανική οικονομία, κουτσουρεμένη τόσο από τους αυτοεπιβαλλόμενους δημοσιονομικούς περιορισμούς που αποκλείουν τις πολιτικές τόνωσης της οικονομίας όσο και από την παράλογη εγκατάλειψη της φθηνής ρωσικής ενέργειας, βρίσκεται σε στασιμότητα από το 2018– από τώρα έχει εισέλθει σε «τεχνική ύφεση».

Αυτές ήταν οι διαθέσεις στα τέλη Ιουλίου. Τώρα, είναι βέβαιο ότι θα είναι πολύ χειρότερες: Ο σαθρός συμβιβασμός του συνασπισμού για τον προϋπολογισμό δέχεται σφοδρά πυρά, μεταξύ άλλων, από τον καθηγητή Hanno Kube, «έναν από τους πιο σεβαστούς συνταγματολόγους» της Γερμανίας, σύμφωνα με το κορυφαίο ειδησεογραφικό περιοδικό Der Spiegel. Ο Kube, θα πρέπει να θυμίσουμε, έχει βοηθήσει να καταρρεύσουν μια φορά στο παρελθόν οι σκοτεινές λογιστικές πρακτικές του Βερολίνου, προκαλώντας μια βαθιά και αντηχούσα πολιτική κρίση, την οποία οι συνεργοί του φωτεινού σηματοδότη δεν ξεπέρασαν ποτέ πλήρως.

Και η Volkswagen, τίποτα λιγότερο από ένα εθνικό σύμβολο και μακράν ο μεγαλύτερος εργοδότης της Γερμανίας στον ζωτικής σημασίας αλλά σοβαρά φθίνοντα τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας της χώρας, έχει τερματίσει την εγγύηση των θέσεων εργασίας και προετοιμάζει το έδαφος για κλείσιμο εργοστασίων και μαζικές απολύσεις στη Γερμανία για πρώτη φορά στην ιστορία της εταιρείας. Είναι δύσκολο να μεταφέρει κανείς το μέγεθος αυτού του ψυχολογικού πλήγματος. Ως Γερμανός, επιτρέψτε μου να το θέσω ως εξής: Φανταστείτε ότι ταυτόχρονα χάνετε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και το παγκόσμιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Υπερβολή; Παραδέχομαι ότι είμαι ένοχος. Αλλά όχι κατά πολύ.

Θα μπορούσαμε να παρατείνουμε την οδυνηρή λιτανεία των αποτυχιών του Βερολίνου στο εσωτερικό, αλλά η ουσία θα πρέπει να είναι ήδη σαφής: Το προφίλ του Σολτς ως Γερμανού ηγέτη είναι αυτό ενός θλιβερά αποφασιστικού, αδυσώπητα αποτυχημένου. Ακόμη και η πολυδιαφημισμένη «Zeitenwende» («εποχιακή αλλαγή»), δηλαδή η πολιτική της ρωσοφοβίας και του επανεξοπλισμού, έχει κολλήσει σαν γερμανικό φορτηγό κάπου δυτικά της Μόσχας τον Νοέμβριο του 1941.

Η ρωσοφοβία τα πάει καλά, αλλά, πάλι, αυτό είναι το πιο φτηνό κομμάτι. Ο επανεξοπλισμός, όχι και τόσο πολύ: Το έγκυρο Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία μόλις διαπίστωσε ότι—έκπληξη, έκπληξη—η βιομηχανία όπλων της Ρωσίας είναι εξαιρετικά αποτελεσματική, ενώ η Γερμανία χωλαίνει και με τα δύο πόδια. Πάρτε για παράδειγμα τα άρματα μάχης, ιστορικά μια κάποια γερμανική σπεσιαλιτέ: Το 2004, η Γερμανία διέθετε ακόμη 2.389 από αυτά, το 2021 είχαν απομείνει 339. Για να φθάσουν ξανά τα νούμερα του 2004 θα χρειαστούν, με τους σημερινούς ρυθμούς της «Zeitenwende», μέχρι το 2066. Ενώ για το βασικό πυροβολικό—χωρίς πλάκα—συζητάμε για εκατό χρόνια μέχρι να φτάσουμε σε αυτό που υπήρχε πριν από 20 χρόνια. Αλλά από την άλλη, πώς να εξοπλιστείς γρήγορα, αν αφήνεις τόσο τα αφεντικά σου στην Ουάσιγκτον όσο και τους πράσινους τρελούς στο δικό σου υπουργικό συμβούλιο να καταστρέφουν την οικονομία σου;

Κι ωστόσο, ο Σολτς κατάφερε να τραβήξει λίγη εθνική και διεθνή προσοχή, δηλώνοντας συγκεκριμένα ότι έχει έρθει η ώρα για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Και, το πιο εντυπωσιακό, εξέφρασε την εκπληκτικά πρωτοποριακή ιδέα—στη Δύση τουλάχιστον—ότι η Ρωσία, ένα από τα μέρη της σύγκρουσης, θα πρέπει πράγματι να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις!

Ακούγεται σχεδόν σαν μια ντροπαλή εκ νέου ανακάλυψη αυτής της αρχαίας τέχνης που τόσο καιρό την έχουν ξεχάσει στη Δύση των “αξιών” και των “κανόνων”: της διπλωματίας. Σύμφωνα με πληροφορίες που βασίζονται σε διαρροές αλλά δεν είναι απίθανες, το γραφείο του γερμανού καγκελάριου επεξεργάζεται ακόμη και ένα συγκεκριμένο σχέδιο για την ειρήνη—που ήδη ονομάστηκε «Μινσκ ΙΙΙ» και περιλαμβάνει την επίσημη παραχώρηση εδαφών της Ουκρανίας στη Ρωσία. Με άλλα λόγια, αν ένα τέτοιο σχέδιο είναι πραγματικά στα σκαριά, περιλαμβάνει την αποδοχή ότι η Ουκρανία έχει χάσει τον πόλεμο, το ίδιο και η Δύση, συμπεριλαμβανομένης σε μεγάλο βαθμό της Γερμανίας, της μεγαλύτερης μεμονωμένης χώρας που υποστηρίζει την Ουκρανία μετά τις ΗΠΑ.

Ο Σολτς, φυσικά, το αρνείται, αλλά η δήλωσή του θα σηματοδοτούσε μια σαφή αλλαγή πορείας, αν ήταν σοβαρή (για ο οποίο περισσότερα παρακάτω). Ενώ έχει αρνηθεί να παραδώσει τους περίφημους και πολύ υπερεκτιμημένους πυραύλους Taurus στο Κίεβο, το θέμα αυτό έχει επισκιάσει τη συμπαγή και—μέχρι τώρα τουλάχιστον—άκαμπτη δέσμευσή του στην αδιέξοδη αλλά και πεισματική δυτική στρατηγική της απεριόριστης υποστήριξης της Ουκρανίας χωρίς καμία σοβαρή προσπάθεια να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα και να υποχρεώσει την Ουκρανία να είναι ρεαλιστική. Θα ήταν δελεαστικό να υποθέσει κανείς ότι οι πρόσφατες ‘αποκαλύψεις’ για τη συμμετοχή της Ουκρανίας στις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά της Γερμανίας στο Nord Stream πρέπει να παίζουν ρόλο στο να πιάσει ο Scholz ένα νέο σκοπό, έστω και τόσο αμυδρά. Αλλά αυτό θα ήταν λάθος. Το να θιχθεί από μια βάναυση, άκρως επιζήμια και εντελώς ταπεινωτική επίθεση κατά της Γερμανίας—αυτό δεν είναι ακριβώς το στυλ αυτού του καγκελάριου.

Αντίθετα, με τις ομοσπονδιακές εκλογές να απέχουν μόλις ένα χρόνο, ο λόγος για τη φαινομενική στροφή του σχεδόν—για να εφαρμόσουμε την εντυπωσιακά πρωτότυπη γεωμετρία της Annalena Baerbock, της τραμπολίνο-υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας— 360 μοίρες είναι ενοχλητικά προφανής. Πιθανώς ο σημαντικότερος παράγοντας που συνέβαλε να ήταν το φιάσκο του Σολτς στη Θουριγγία και τη Σαξονία, το οποίο πρόκειται να επαναληφθεί στο Βρανδεμβούργο σε λιγότερο από δύο εβδομάδες. Πολλοί ψηφοφόροι έχουν βαρεθεί τόσο το κόστος όσο και τους κινδύνους της πορείας, στο ίδιο μήκος κύματος με τις ΗΠΑ, προς την ήττα στον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων στην Ουκρανία. Από αυτή την άποψη, η αιφνιδιαστική ανακάλυψη της διπλωματίας από τον Σολτς μάλλον αποτελεί έναν απλό, σπασμωδικό καιροσκοπισμό, ακριβώς όπως και η ξαφνική κωλοτούμπα της υπουργού Εσωτερικών του, Νάνσι Φέιζερ, σχετικά με την αύξηση των συνοριακών ελέγχων και την εν γένει αυστηρότερη αντιμετώπιση της μετανάστευσης.

Εν ολίγοις: Στη γερμανική πολιτική, υπάρχει αίμα στο νερό, συγκεκριμένα αυτό της βαριά πληγωμένης κυβέρνησης Σολτς. Δεν είναι περίεργο που οι καρχαρίες περιφέρονται, και η σύντομη—αν και κάπως συγκεχυμένη—δήλωση του Σολτς περί προσπάθειας ειρήνευσης μέσω διαπραγματεύσεων μόνο την όρεξή τους άνοιξε. Όπως ήταν αναμενόμενο, υπήρξαν καταγγελίες που, στην ουσία, ισοδυναμούν με τη νεομακαρθική κατηγορία της «προδοσίας της Ουκρανίας». Για παράδειγμα, ο Roderich Kiesewetter, φερέφωνο της εξωτερικής πολιτικής των συντηρητικών Χριστιανοδημοκρατών (CDU), που είναι προβλέψιμα ακραίος πολιτικά και ασθενής διανοητικά, κάλεσε τον Φεβρουάριο να «πάμε τον πόλεμο στη Ρωσία» καταστρέφοντας στρατιωτικές εγκαταστάσεις, καθώς και υπουργεία στη Μόσχα. Αν και τα πιο τρελά του όνειρα δεν έγιναν πραγματικότητα, με την επιχείρηση καμικάζι στο Κουρσκ το Κίεβο έκανε πρόσφατα τα χειρότερά του για να ακολουθήσει τη συμβουλή του Kiesewetter. Το αποτέλεσμα: ένα αιματηρό, αυτοκαταστροφικό φιάσκο, που επιταχύνει την ήττα της Ουκρανίας.

Αλλά ο Kiesewetter δεν θα ήταν Kiesewetter αν ήταν ικανός να διδάσκεται από την εμπειρία. Έντονα εκνευρισμένος από την πολύ ντροπαλή επίδειξη λογικής του Σολτς, κατηγορεί την καγκελάριο ότι προσπαθεί να επιβάλει μια «ψευτοειρήνη» στο Κίεβο και να αποδυναμώσει την ασφάλεια της Γερμανίας και της Ευρώπης. Σε γενικές γραμμές, το CDU, που βρίσκεται στην αντιπολίτευση αλλά τα πάει καλά, εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο την ασυνέπεια του Σολτς ανακυκλώνοντας θανάσιμα κουραστικά δυτικά αποφθέγματα περί «εξυπηρέτησης του Πούτιν» και «επιβράβευσης του επιτιθέμενου». Για να είμαστε ειλικρινείς: μπλα μπλα μπλα, ενώ οι Ουκρανοί πεθαίνουν σωρηδόν σε έναν ήδη χαμένο πόλεμο.

Εν τω μεταξύ, ο «εταίρος» του Scholz στον συνασπισμό, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες, κάνουν τους ίδιους θορύβους με το CDU. Από την άλλη πλευρά, το δεξιό/ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το αριστερό-συντηρητικό BSW της Σάρα Βάγκενκνεχτ (οι δύο μεγάλοι νικητές των εκλογών στη Θουριγγία και τη Σαξονία) και το κόμμα Die Linke τάσσονται πολύ περισσότερο υπέρ της ειρήνευσης με τη Ρωσία από ό,τι ο Σολτς. Αλλά ούτε αυτοί, και καλά κάνουν, θα του προσφέρουν πόντους για να κερδίσει κανένα μπισκότο, επειδή αυτά που είπε ήταν πολύ λίγα και πολύ καθυστερημένα.

Επιπλέον, είναι ήδη σαφές ότι το μόνο που θα καταφέρει να κάνει ο Σολτς είναι να χρησιμοποιήσει σκέτα λόγια, για δύο λόγους: Η Μόσχα έχει ήδη σηματοδοτήσει ότι δεν μπορεί να τον πάρει στα σοβαρά, επειδή, πρώτον, η Ουάσιγκτον σιωπά και οι ΗΠΑ είναι αυτές που κάνουν κουμάντο στη Δύση και, δεύτερον, δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν διαπραγματεύσεις πριν από το τέλος της ουκρανικής εισβολής στο Κουρσκ. Τον παλιό καιρό, όταν το Βερολίνο δεν ήταν τόσο ολοκληρωτικά υποτελές στην Ουάσινγκτον όσο έχει γίνει υπό τον Σολτς—τον άνθρωπο με το εξυπηρετικό χαμόγελο που δεν τον ενοχλεί πραγματικά ένας ή δύο ανατιναγμένοι αγωγοί—η απάντηση της Ρωσίας μπορεί κάλλιστα να ήταν διαφορετική. Αλλά το ξεπούλημα των υπολειμμάτων της «υπηρεσίας» της—όπως λέμε στην περίπτωση της Ουκρανίας—είχε συνέπειες για τη Γερμανία.

Ο άλλος λόγος για τον οποίο οι λογικοί άνθρωποι δεν μπορούν παρά να θεωρούν κενή περιεχομένου την κουβέντα του Σολτς είναι ότι ο ίδιος ο Γερμανός καγκελάριος έχει, όπως ήταν αναμενόμενο, ήδη δειλιάσει και κάνει πίσω. Τώρα έχει προσθέσει προειδοποιήσεις ότι η Ρωσία δεν πρέπει να προσδοκά «ακόμη μεγαλύτερο μέρος του ουκρανικού εδάφους»—παρεμπιπτόντως, «ακόμη μεγαλύτερο» από τι ακριβώς;— και μια απαίτηση, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η Ρωσία θα έπρεπε πρώτα να συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός. Ο Σολτς πρέπει να γνωρίζει ότι αυτό είναι απολύτως αδύνατο, καθώς η Μόσχα έχει αποκλείσει ένα τέτοιο βήμα. Στην πραγματικότητα, ο καγκελάριος έχει ήδη θάψει τη δική του απομίμηση πρωτοβουλίας.

Πρόκειται για ένα θλιβερό, γρήγορο και προβλέψιμο τέλος σε κάτι που ήδη φαίνεται ότι δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια μικρή φλυαρία που προήλθε από έναν άνθρωπο που είναι ταυτόχρονα ανίσχυρος στο εσωτερικό και μια μηδενική οντότητα στο εξωτερικό. Αλλά, ας πείτε ό,τι θέλετε, αυτό είναι το στυλ του.

Πρωτότυπη πηγή: Russia Today

Μετάφραση: Κ. Μηλολιδάκης

* Ο Tarik Cyril Amar είναι ιστορικός από τη Γερμανία που εργάζεται στο Πανεπιστήμιο Koç της Κωνσταντινούπολης, με αντικείμενο τη Ρωσία, την Ουκρανία και την Ανατολική Ευρώπη, την ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον πολιτισμικό Ψυχρό Πόλεμο και την πολιτική της μνήμης.

Πηγή: antapocrisis.gr

από dromosanoixtos.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια