Το «μητσοτακικό» παραλήρημα ενός καταρρέοντος πρωθυπουργού

Γράφει ο Δημήτριος Νικ. Δασκαλάκης, Δικηγόρος Αθηνών
 
Μετά από έξι σχεδόν χρόνια απόλυτης πολιτικής κυριαρχίας, ο κ. Μητσοτάκης, πληρώνοντας τα επίχειρα της πρωθυπουργικής του αλαζονείας, βρίσκεται για πρώτη φορά στην γωνία του «πολιτικού ριγκ», προσπαθώντας απεγνωσμένα (με την βοήθεια των διαπλεκόμενων μέσων μαζικής εξαπάτησης) να αποφύγει τα επαναλαμβανόμενα «λακτίσματα» –όχι της ανύπαρκτης και κατακερματισμένης αντιπολίτευσης αλλά– της κοινωνίας των πολιτών, που απαιτεί ανεξάρτητη και αμερόληπτη δικαιοσύνη και απόδοση ποινικών ευθυνών σε πολιτικά πρόσωπα για το έγκλημα των Τεμπών, όσο υψηλά κι αν ίστανται. 
 
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΕΦΙΑΛΤΗΣ-ΣΥΓΚΑΛΥΨΗ
 
Το τρομακτικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, που βύθισε σε εθνικό πένθος τον ελληνικό λαό, προκαλώντας τον θάνατο σε 57 συνανθρώπους μας, χωρίς μέχρι σήμερα –δύο χρόνια μετά– να έχουν δοθεί πειστικές απαντήσεις για τις ακριβείς συνθήκες της ανείπωτης τραγωδίας, έχει εξελιχθεί στον πολιτικό εφιάλτη της κυβερνητικής εξουσίας. Η τελευταία εμφανίζεται αιφνιδιασμένη από τις μαζικές κινητοποιήσεις των πολιτών, ανήμπορη να αντιμετωπίσει την διογκούμενη λαϊκή οργή για τα εγκληματικά σφάλματα, τις παραλείψεις και τις ολιγωρίες του κρατικού μηχανισμού, που εντοπίζονται τόσο στην αδυναμία αποτροπής του πολύνεκρου δυστυχήματος, όσο και στην ύποπτη καθυστέρηση διερεύνησης των συνθηκών, υπό τις οποίες αυτό συνέβη.
 
Ο κ. Μητσοτάκης, παρακολουθώντας έντρομος την αθρόα προσέλευση των πολιτών στα μεγάλα συλλαλητήρια που διοργανώθηκαν στην Αθήνα, στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες μεγάλες πόλεις της περιφέρειας με κεντρικό σύνθημα «Δεν έχω οξυγόνο», αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι το «πολιτικό οξυγόνο» της κυβέρνησής του εξαντλείται, καθώς στην συνείδηση του απλού κόσμου έχει εγγραφεί ως ο «ιθύνων νους» της συγκάλυψης των αιτίων του τραγικού δυστυχήματος.
 
Η κοινωνική δυσαρέσκεια θα εκφραστεί στην πάνδημη συμμετοχή του λαού κατά την προγραμματισμένη κινητοποίηση της 28ης Φεβρουαρίου, η οποία θα αποκτήσει άτυπο χαρακτήρα κοινωνικού δημοψηφίσματος παλλαϊκής κατακραυγής της κυβερνητικής πλειοψηφίας, και ως εκ τούτου κρίνεται πολύ πιθανό να αποτελέσει την θρυαλλίδα απρόβλεπτων και καταιγιστικών πολιτικών εξελίξεων, ενώ υπό προϋποθέσεις μπορεί να προκαλέσει ακόμη την αποσταθεροποίηση και την πτώση του διεφθαρμένου και διαπλεκόμενου μητσοτακικού συστήματος εξουσίας.
 
Υπό τα δεδομένα αυτά, ο κ. Μητσοτάκης, επιχειρώντας την επικοινωνιακή του αντεπίθεση, παραχώρησε (στις 16-2-2025) εκτενή συνέντευξη στην πάντοτε φιλόξενη εφημερίδα «Καθημερινή»1, στην οποία εμφανίστηκε εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας, προστάτης της δημοκρατίας και λάβρος κατά της αντιπολίτευσης.
 
Ακολούθως, υπαινίχθηκε σαφώς ότι οι μαζικές κινητοποιήσεις των πολιτών ταυτίζονται με «κομματικές υστεροβουλίες» και «σχέδια προσωπικής προβολής». Παράλληλα, στην ίδια συνέντευξη ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των ειρηνευτικών συνομιλιών για την επίλυση Ρώσο-ουκρανικής διένεξης.
 
Μελετώντας κανείς προσεκτικά την συνέντευξη του προέδρου της κυβερνήσεως συνειδητοποιεί με δέος την πολιτική και κοινωνική απομόνωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος, έχοντας χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα, στηρίζεται αποκλειστικά στην δύναμη των φίλα προσκείμενων εφημερίδων και ΜΜΕ για την μακροημέρευση της πολιτικής του εξουσίας.
 
Παραδίδει με κομπασμό μαθήματα πολιτικής ευθύνης και ευπρέπειας, τονίζοντας υποκριτικά ότι «η χώρα έχει ανάγκη από αλήθεια και σοβαρότητα», ενώ την ημέρα του σιδηροδρομικού δυστυχήματος ολόκληρος ο ελληνικός λαός διαπίστωσε με τον πλέον τραγικό τρόπο την κατάρρευση του αφηγήματος του επιτελικού κράτους, αφού αποδείχθηκε –όχι η σοβαρότητα της χώρας αλλά– η ανικανότητα της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη να εγγυηθεί την καλή λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου, σύγχρονες υποδομές και ευρωπαϊκά συστήματα ασφαλούς κυκλοφορίας των τραίνων και μεταφοράς των επιβατών.
 
ΜΠΑΖΩΜΑ
 
Στο απόγειο της πολιτικής του θρασύτητας, ο κ. Μητσοτάκης, αντί να απολογηθεί για το πρωτοφανές μπάζωμα, που κατέστρεψε (κατά γενική παραδοχή) όλα τα πιθανά ευρήματα, στοιχεία και πειστήρια2, τα οποία θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν από τις αρμόδιες κρατικές αρχές και υπηρεσίες, και να αξιολογηθούν, ώστε να ριχθεί άπλετο φως σε κάθε σκοτεινή πτυχή αυτής της υπόθεσης και να απαντηθούν τα καυτά ερωτήματα των χαροκαμένων γονέων για τα πραγματικά αίτια του πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος, εκείνος αποδύεται σε ένα «μητσοτακικό» παραλήρημα, καθώς φαντασιώνεται έναν «αντιμητσοτακικό» συνασπισμό πολιτικών δυνάμεων, «που κρύβει την δική του έλλειψη προγραμμάτων και θέσεων», ενώ όφειλε να ζητήσει –και διαρκώς να ζητάει– συγγνώμη από τον ελληνικό λαό, υποβάλλοντας τουλάχιστον την παραίτηση της κυβερνήσεώς του.
 
Ο κ. Μητσοτάκης, εκδηλώνοντας την έντονη περιφρόνησή του για τον συναισθηματικό αντίκτυπο της σιδηροδρομικής τραγωδίας στο συλλογικό υποσυνείδητο των Ελλήνων πολιτών, αδιαφορεί επιδεικτικά για την εδραιωμένη πεποίθηση του ελληνικού λαού ότι το μπάζωμα διατάχθηκε «άνωθεν», με σκοπό να καταστεί ανέφικτη η συλλογή από τον τόπο του δυστυχήματος των κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων –και επομένως τεκμαίρεται η πολιτική βούληση της κυβερνήσεως να εκμηδενίσει την αποδεικτική τους δύναμη– που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της αλήθειας και στον στιγματισμό σημαινόντων πολιτικών προσώπων.
 
Την ίδια στιγμή, στο αποκορύφωμα της πολιτικής του αμετροέπειας, φθάνει στο σημείο να συνδέσει το πάγκοινο αίτημα για κάθαρση στον δικαστικό χώρο και διαφάνεια στην λήψη των πολιτικών αποφάσεων με απόπειρα νέου διχασμού της χώρας, αφού αναφέρει «η χώρα δεν έχει ανάγκη από νέους διχασμούς», ενώ κάθε διαφορετική άποψη, είτε πολιτικού σχηματισμού, είτε συλλογικού φορέα ή μεμονωμένου πολίτη που διαφοροποιείται από το επίσημο κυβερνητικό αφήγημα του «ανθρωπίνου λάθους», την αντιμετωπίζει ως «θεωρία συνωμοσίας» και «λαϊκίστικο σύνθημα», αποδεικνύοντας ότι είναι επικίνδυνος, ζώντας στο δικό του παράλληλο σύμπαν, εντελώς αποκομμένος από την κοινωνική πραγματικότητα.
 
Όταν ο κ. Μητσοτάκης αναφέρεται στην αναζήτηση της αλήθειας, στον εντοπισμό και στην τιμωρία των υπευθύνων, υπονοεί πάντοτε μη πολιτικά πρόσωπα, καθόσον τα μέλη της κυβερνήσεώς του και ο ίδιος προσωπικά είναι υπεράνω πάσης (ποινικής) υποψίας, και επομένως ο εκάστοτε βουλευτής που υπουργοποιείται αποβάλλει αυτοδικαίως από πάνω του την ποινική ευθύνη, αποδεχόμενος (το πολύ) μόνο την πολιτική, προκαλώντας την αηδία των πολιτών για την προκλητική και άνιση μεταχείρισή τους.
 
Συνεπώς, η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία επιρρίπτοντας συστηματικά την ευθύνη για κάθε τραγωδία, είτε στο μικροκλίμα (Μάτι), είτε στην «ακραία αστική καταιγίδα» (Μάνδρα), είτε, τέλος, στον ανθρώπινο (μη πολιτικό) παράγοντα (Τέμπη), θα εμφανίζεται πάντοτε ενώπιον της κοινής γνώμης, ως «λευκή αθώα περιστερά» για τους συσσωρευμένους θανάτους, εμπαίζοντας με τον πλέον σαδιστικό τρόπο την νοημοσύνη των Ελλήνων πολιτών και διεκδικώντας με περισσή θρασύτητα την ψήφο τους.
 
Αξίζει να επισημανθεί ότι ο Σέρβος ομόλογος του κ. Μητσοτάκη (Μίλος Βούτσεβιτς) σε ανάλογο σιδηροδρομικό δυστύχημα –μικρότερης όμως έκτασης– που σημειώθηκε τον Νοέμβριο του 2024 στην ομόδοξη βαλκανική χώρα (κατάρρευση της στέγης στο σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ εξαιτίας της οποίας βρήκαν τον θάνατο 15 άνθρωποι3) εξαναγκάστηκε σε παραίτηση ύστερα από σφοδρές και επαναλαμβανόμενες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις (με κεντρικό σύνθημα «Φτάνει πια η σιωπή»4), στις οποίες συμμετείχαν μαζικά κυρίως φοιτητές, αγρότες και εκπαιδευτικοί. 
 
Μήπως άραγε έφθασε επιτέλους η στιγμή και για τον ελληνικό λαό να ακολουθήσει το παράδειγμα των Σέρβων πολιτών, προκειμένου να απαλλαγεί από την κυβέρνηση των υποκλοπών, της συγκάλυψης, της αλαζονείας και της διαφθοράς;
 
ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
 
Αναφορικά με τον τρόπο επίλυσης της Ρωσο-ουκρανικής εμπόλεμης κρίσης, εντύπωση προκάλεσε η τοποθέτηση του κ. Μητσοτάκη ότι «πιστεύει στην ευρωατλαντική συμμαχία», υπογραμμίζοντας την ανάγκη της παρουσίας της Ευρώπης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την Ουκρανία, καθώς έδειξε να μην έχει αντιληφθεί την κολοσσιαία μεταβολή της πολιτικής φιλοσοφίας της νέας διακυβέρνησης Τραμπ, που επιδιώκει την βαθμιαία αποστασιοποίηση των Η.Π.Α. από τα ευρωπαϊκά πράγματα.
 
Στο επίπεδο διεθνών σχέσεων συντελούνται τεκτονικές αλλαγές και η ανθρωπότητα οδεύει προς μια νέα Γιάλτα, ενώ η Ε.Ε. θα στέκεται παραπονεμένη στο περιθώριο των κοσμογονικών αλλαγών. Σύμφωνα με όσα είναι γνωστά μέχρι σήμερα η επίλυση της ουκρανικής κρίσης σχεδιάζεται χωρίς την θεσμική συμμετοχή της Ε.Ε. γεγονός πρωτοφανές για την σύγχρονη διπλωματία, αφού για πρώτη φορά στα μεταπολεμικά χρονικά παρατηρείται όχι μόνο ρήγμα στην δυτική ενιαία εκπροσώπηση (Η.Π.Α. και Ε.Ε.), αλλά οι Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες υιοθετούν εκ διαμέτρου αντίθετη διαπραγματευτική τακτική και στάση στην διαχείριση και αντιμετώπιση του Ρώσο-ουκρανικού πολέμου.
 
Ο στενός πυρήνας της Ε.Ε. (Γαλλία-Γερμανία) και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών βρίσκονται σε κατάσταση πανικού, καθώς συνειδητοποιούν για πρώτη φορά ότι έχουν τεθεί σε καθεστώς στρατηγικής και διπλωματικής απομόνωσης, μετά το χαστούκι του Τραμπ στο υπεροπτικό Ευρώ-ιερατείο των Βρυξελλών.
 
Ανησυχώ ιδιαίτερα, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διέπεται από έντονο αντιρωσικό μένος, γεγονός που είναι ικανό να ωθήσει την ηγεσία της σε επικίνδυνες αποφάσεις, προκρίνοντας όχι μόνο την αύξηση των αμυντικών δαπανών, αλλά ακόμη και την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων στην ουκρανική επικράτεια, με σκοπό (δήθεν) την εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας από την ενδεχόμενη εκδήλωση νέας ρωσικής επιθετικής ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση όμως, η εγγύτητα των ευρωπαϊκών και ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στην γραμμή επαφής, αυξάνουν κατακόρυφα τον κίνδυνο ευθείας πολεμικής αντιπαράθεσης μεταξύ της Ευρώπης και της Ρωσικής Ομοσπονδίας με ανυπολόγιστες συνέπειες στην αρχιτεκτονική δομή της παγκόσμιας ασφάλειας.
 
Οι επόμενες εβδομάδες θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμες για την μορφή, το είδος και την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Μόσχας, ενώ δεν αποκλείεται η φιλοπόλεμη φιλελεύθερη ελίτ της Ε.Ε. συνεργαζόμενη το διεφθαρμένο καθεστώς του Κιέβου να προβούν σε ύπουλες και προκλητικές στρατιωτικές ενέργειες, με σκοπό να ματαιώσουν την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας, παρασύροντας την Ευρώπη, αλλά και ολόκληρο τον κόσμο σε έναν γενικευμένο παγκόσμιο πόλεμο, από τον οποίο δεν θα υπάρξουν νικητές και ηττημένοι.
 
ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
 
Επίσης, ο κ. Μητσοτάκης στην συνέντευξή του στην «Καθημερινή» επιδόθηκε στις γνωστές πολιτικές του ταχυδακτυλουργίες, μιλώντας για «ορατά αποτελέσματα» από την πολιτική της εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενώ ο ελληνικός λαός ως μόνη ορατή πραγματικότητα εξακολουθεί να βλέπει την εμμονή των Τούρκων στην «Γαλάζια Πατρίδα», την οποία έχουν αναγάγει σε επίσημο δόγμα της εξωτερικής τους πολιτικής, που συμπυκνώνει το σύνολο των επεκτατικών και αλυτρωτικών διεκδικήσεων της γείτονος χώρας και υπονομεύει την άσκηση του δικαιώματος εθνικής μας κυριαρχίας στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου.
 
Την ίδια στιγμή, η απολύτως νόμιμη και σύμφωνη με το Δίκαιο της Θάλασσας αναφαίρετη άσκηση του δικαιώματος επέκτασης του εύρους των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ. αντιμετωπίζεται από την πολιτικοστρατιωτική ελίτ της Τουρκίας ως «αιτία πολέμου» (casus belli), δηλαδή θα εκληφθεί ως μονομερής ενέργεια της Ελλάδας, που θα προκαλέσει αυτομάτως την εμπόλεμη σύρραξη των δύο χωρών.
 
Συνεπώς, η συγκυριακή μείωση του αριθμού των παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και η αποφυγή των εντάσεων στο Αιγαίο δεν εμπνέουν δικαιολογημένη αισιοδοξία και ασφάλεια, ούτε πιστοποιούν την στέρεη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όσο η Τουρκία δεν εγκαταλείπει την δυνατότητα της προσφυγής στην χρήση στρατιωτικής βίας, στην περίπτωση ατυχούς εκβάσεως μιας διαπραγματευτικής διαδικασίας με την Ελλάδα.
 
Επομένως, η επίκληση των «ήρεμων νερών» από τα πρωθυπουργικά χείλη είναι το «κουτόχορτο» για τους βρεφοποιημένους πολίτες, και ως εκ τούτου δεν παράγει «επωφελές κεκτημένο» για την γεραπετρίτεια εξωτερική πολιτική, όσο δεν ακυρώνεται ή έστω δεν μετριάζεται η αναθεωρητική ατζέντα της Άγκυρας, που επιδιώκει σταθερά και ανυποχώρητα την ανατροπή του υφιστάμενου στάτους κβο (status quo) στο Αιγαίο, καθώς πάγια γεωπολιτική της επιδίωξη αποτελεί η τροποποίηση των όρων της Συνθήκης της Λωζάνης.
 
Αξίζει στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε με έμφαση ότι, κατά την πάγια αρχή της ελληνικής διπλωματίας, ως ελληνοτουρκική διαφορά που χρήζει παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αναγνωρίζεται μόνο η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (Α.Ο.Ζ.) στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
 
Κάθε άλλη «ελληνοτουρκική διαφορά», που εισάγεται μονομερώς από την Άγκυρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αντιμετωπίζεται από την ελληνική πλευρά ως παράλογη τουρκική αξίωση.
 
Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι όλοι είμαστε υπέρ των ήρεμων νερών, αλλά όχι όλοι έναντι οποιουδήποτε ανταλλάγματος ή εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Είμαστε υποχρεωμένοι να διασφαλίσουμε την εθνική μας κυριαρχία, τα ζωτικά κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας μας, που απορρέουν από το Δίκαιο της Θάλασσας και τις Διεθνείς Συνθήκες, εξοπλίζοντας τις ένοπλες δυνάμεις και σφυρηλατώντας πνεύμα εθνικής ομοψυχίας και ενότητας μεταξύ του λαού, προκειμένου να αντιμετωπιστεί επιτυχώς ο τουρκικός επεκτατισμός.
 
Κρίνεται ωστόσο σκόπιμο, οι Έλληνες πολίτες να ανοίγουν συχνότερα τον χάρτη της Ελλάδας, αφού έτσι θα διαπιστώσουν ότι η γεωγραφία του Αιγαίου μαρτυρεί, καταδεικνύει και επιβεβαιώνει, διαμέσου των αιώνων, την αδιαμφισβήτητη ελληνικότητά του.
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε σε συμπτυγμένη μορφή στο φύλλο της «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ», 23-2-2025, σελ. 58.
 
Παραπομπές 
 
2 Πρβλ.: 
 

από koukfamily.blogspot.com

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια