Του Ραφαήλ Ασπρολούπου
Πέντε δεκαετίες πριν ο Κίσινγκερ, γνωστό γεράκι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που επέφερε πολέμους και ανατροπές καθεστώτων για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, ανησυχούσε ότι η ευθυγράμμιση της διπλωματίας των ΗΠΑ με τα ισραηλινά αιτήματα θα καθιστούσε τις ΗΠΑ "δικηγόρο του Ισραήλ".
Βέβαια ήδη πριν ξεκινήσει η υπηρεσία αυτού του βάναυσου και απροκάλυπτου υπερασπιστή της αυτοκρατορίας, οι ΗΠΑ είχαν αναλάβει καθήκοντα υπεράσπισης του σιωνισμού που πήγαιναν πολύ πέρα της απλής συνηγορίας. Το Ισραήλ είχε ήδη γίνει ο μεγαλύτερος αποδέκτης αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στον κόσμο, θέση απ' την οποία κανένα άλλο αμερικανοτραφές και λαομίσητο καθεστώς δεν το έχει εκτοπίσει μέχρι σήμερα.
Καθώς μεταπολεμικά τα ενεργειακά αποθέματα της Δυτικής Ασίας έγιναν ζωτικής σημασίας για την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος (χάρη στην στροφή στη χρήση πετρελαίου), ο έλεγχος της ευρύτερης περιοχής και ειδικότερα των καθεστώτων που κατείχαν εδάφη πλούσια σε κοιτάσματα της πολύτιμης ενεργειακής πηγής έγινε κομβικός για το σύστημα. Το Ισραήλ αναγνωρίστηκε ως αναντικατάστατο εργαλείο επίτευξης αυτού του ελέγχου.
Με τη νίκη του επί τριών αραβικών στρατών το 1967, τη λυσσαλέα αντιπαράθεσή του με τον αραβικό εθνικισμό και σοσιαλισμό και το ονομαστικά "δημοκρατικό" του πολίτευμα (που συνυπήρχε με την καταστατική άρνηση αποκατάστασης των Παλαιστινίων που μαζικά είχε εκδιώξει στη Νάκμπα του 1948, το καθεστώς απαρτχάιντ για όσους ζούσαν στα εδάφη του και την κατοχή επί όσων ζούσαν στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα) απέδειξε τη χρησιμότητά του ως προασπιστής της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων μέσα στο ανταγωνιστικό ψυχροπολεμικό πλαίσιο.
Παραμένει όμως εξαιρετικά σημαντικό να γίνει αντιληπτό τι ακριβώς συνεπάγεται η υπεράσπιση του Ισραήλ, διαχρονικά και σήμερα, και πώς οι ΗΠΑ φέρνουν σε πέρας αυτό το τιτάνιο (όσο και σισύφειο) έργο.
Από τη δεκαετία του '70, όταν επί προεδρίας Κάρτερ οι ΗΠΑ επιχείρησαν να αναλάβουν το ρόλο του ειρηνοποιού στη Δυτική Ασία, έχει διαμορφωθεί το πρότυπο μιας "ειρηνευτικής διαδικασίας" η οποία είναι κάθε άλλο παρά αυτό. Μέσω αυτής οι ΗΠΑ επιχείρησαν να διασπάσουν τη συγκροτημένη και συντονισμένη αντιπαράθεση του αραβικού κόσμου (με τις όποιες αντιφάσεις στο πώς αυτή εκδηλωνόταν από χώρα σε χώρα) απέναντι στο σιωνισμό, φέρνοντάς τες μία προς μία κάτω από τη σκεπή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και επιτάσσοντας την αποκατάσταση σχέσεων με το αγαπημένο του ρατσιστικό αποικιοκρατικό μόρφωμα.
Παράλληλα με αυτό, επιδίωξε και την επίλυση του "παλαιστινιακού" στη βάση του ίδιου σκεπτικού: αποδοχή τετελεσμένων, εναρμόνιση με αμερικανικούς στόχους για την περιοχή και εξομάλυνση σχέσεων με Ισραήλ. Η τραγική ειρωνεία συνίσταται στο γεγονός ότι παρ' όλ' αυτά η αμερικανική πλευρά επέμενε να αυτοπαρουσιάζεται ως αμερόληπτη, ως ένας γνήσια ενδιαφερόμενος για το αγαθό της ειρήνης παίκτης.
Όλες οι διαπραγματεύσεις που έγιναν υπό την αιγίδα της έφεραν το ίδιο στίγμα: αυτό της μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης να ρίχνει όλο της το δυσθεώρητο οικονομικό, γεωπολιτικό και διπλωματικό βάρος πίσω από το μεγαλύτερο τραμπούκο της Δυτικής Ασίας και ενάντια σε ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.
Μάλιστα μέσα στην έγνοια τους να ευνοήσουν το κατοικίδιό τους, συχνά προέτρεχαν και απέτρεπαν την παλαιστινιακή πλευρά απ' το να θέσει επί τάπητος ζητήματα που οι Αμερικάνοι θεωρούσαν ότι υπερέβαιναν ισραηλινές κόκκινες γραμμές, μόνο για να αδειαστούν αργότερα απ' τους ίδιους τους Ισραηλινούς που τελικά αποδείχθηκαν πρόθυμοι να τα εξετάσουν (επ’ ουδενί όμως να επιλύσουν).
Ό,τι εγγυήσεις δόθηκαν ποτέ στους Παλαιστίνιους, στις σπάνιες περιπτώσεις που κρίθηκαν άξιοι τέτοιων και δεν καταδικάστηκαν ως "τρομοκράτες", αποδείχθηκαν να έχουν λιγότερη αξία από το χαρτί στο οποίο αποτυπώθηκαν. Όποτε οι Αμερικάνοι κλήθηκαν να διαλέξουν ανάμεσα στις στοιχειωδέστερες των απαιτήσεων της ειρηνευτικής διαμεσολάβησης και την ικανοποίηση των ανυποχώρητων αιτημάτων των Σιωνιστών αποικιοκρατών, τελικά πάντα και με συνέπεια επέλεγαν το δεύτερο.
Και κάπως έτσι αυτή η τραγική παράτα με τα χιλιοπατημένα βήματα και την προδιαγεγραμμένη κατάληξη, συνέχισε να ενορχηστρώνεται για μισό αιώνα και να παράγει τα αποτελέσματα που σχεδιάστηκε να παράξει: ενίσχυση του κράτους-δολοφόνου, εντεινόμενη καταπίεση και εξαθλίωση των Παλαιστινίων και ενταφιασμό των δικαίων αιτημάτων τους.
Ίσως όμως ποτέ άλλοτε να μην αναδείχθηκε σε τέτοιο βαθμό το πόσο ξοφλημένη είναι η αμερικανική "διαμεσολάβηση" όσο με την παράβαση της από 19 Γενάρη συμφωνίας εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. Πρόκειται για μια συμφωνία που συνυπογράφηκε στις τελευταίες μέρες της κυβέρνησης Μπάιντεν, αλλά για την επίτευξη της οποίας είναι πανθομολογούμενη η καθοριστική συμβολή του (τότε επερχόμενου και πλέον νυν) προέδρου Τραμπ.
Για να είμαστε ακριβείς, το Ισραήλ ποτέ δεν σεβάστηκε όλους τους όρους της συμφωνίας, πριν ακόμα φτάσει ο καιρός για την υλοποίηση του δεύτερου σταδίου της (η συμφωνία προέβλεπε τρία στάδια). Από την εφαρμογή της και μέχρι πριν την αναζωπύρωση της γενοκτονικής του εκστρατείας, το Ισραήλ δολοφονούσε κατά μέσο όρο περίπου 6 Παλαιστίνιους τη μέρα στη Γάζα. Απρόκλητα, ανενδοίαστα, απάνθρωπα. Κανένας απ' τους ελάσσονες διαμεσολαβητές της συμφωνίας (Αίγυπτος, Κατάρ) και σίγουρα όχι ο μείζων συνεισφέρων σ' αυτήν, δεν έλαβε σοβαρά μέτρα αποτροπής των ισραηλινών παραβιάσεων.
Μέχρι τη στιγμή που η ακατάπαυστη γενοκτονική ορμή του σιωνισμού συνδυάστηκε με τις επιταγές της ισραηλινής πολιτικής σκηνής, και η παράβαση των όρων της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός εξελίχθηκε σε πλήρη κατάλυσή της απ' το Ισραήλ.
Απέναντι σ' αυτό το νέο έγκλημα, οι ΗΠΑ αυτή τη φορά δεν έκαναν καν τον κόπο να εκδώσουν τις συνήθεις διακηρύξεις τους περί "προβληματισμού για την αύξηση της αστάθειας στην περιοχή". Δίχως δισταγμό και στιγμή χαραμισμένη, στοιχήθηκαν πίσω από το Ισραήλ, το κράτος που στα μάτια όλου του κόσμου αθέτησε τη συμφωνία την οποία οι ΗΠΑ εγγυήθηκαν και "πέτυχαν".
Στα μάτια όλου του κόσμου που παρακολουθεί τη σφαγή που εκτυλίσσεται εδώ κι ενάμιση χρόνο στη Γάζα, ακόμα και σ' όσους καλόπιστα παρεξήγησαν την ανασύνταξη της αμερικανικής ισχύος επί Τραμπ για φιλειρηνική στάση, γίνεται ξεκάθαρο πέραν πάσης αμφιβολίας: οι ΗΠΑ, είτε επί Μπάιντεν είτε επί Τραμπ είτε επί οποιουδήποτε άλλου, αποτελούν τον μεγαλύτερο υπονομευτή της ειρήνης στη Δυτική Ασία (όπως εξάλλου και στον υπόλοιπο κόσμο). Τον πιο επιτήδειο πραγματευτή ψευδών και απατών, τον πιο διαπρύσιο υποστηρικτή καταπιεστικών, ρατσιστικών καθεστώτων, τον πιο αδίστακτο δολοφόνο των λαών, των κινημάτων και των χειραφετητικών προοπτικών τους.
Το δολοφονικό σιωνιστικό καθεστώς δεν μπορεί να συνάψει ειρήνη, παρά μόνο να αιματοκυλά για την καθυπόταξη των αντιπάλων του. Γι' αυτό συγκροτήθηκε και γι' αυτό φυλάσσεται σαν κόρη δυτικού οφθαλμού εποπτεύουσα τα συμφέροντα της μητρόπολης στη γη των "βαρβάρων".
Η ειρήνη στη Δυτική Ασία περνάει μέσα από τη διάλυση του αποικιοκρατικού σιωνιστικού καθεστώτος και την εξουθένωση των δυτικών μητροπολιτικών στηριγμάτων του. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να γνωρίσουν οι λαοί της περιοχής γνήσια ειρήνη, πέρα απ' την κατάπτυστη ιμπεριαλιστική pax americana.
0 Σχόλια
Tο kozanara.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.